Ο όρος «ολικής άλεσης» χρησιμοποιείται για να περιγράψει ένα δημητριακό από το οποίο δεν έχει αφαιρεθεί ο φλοιός, ή προϊόντα παρασκευασμένα από μη αποφλοιωμένους σπόρους. Πολλά δημητριακά (στα οποία περιλαμβάνονται το σιτάρι, το ρύζι, το κριθάρι, η βρώμη και τα παράγωγά τους τρόφιμα) καταναλώνονται συχνά αφότου υποβληθούν σε επεξεργασία (που ονομάζεται «εξευγενισμός»), κατά την οποία αφαιρείται ο φλοιός. Αυτή η επεξεργασία επιφέρει αλλαγές ως προς τις ιδιότητες του σπόρου, συμπεριλαμβανομένων της υφής και τις γεύσης. Κατά τον προηγούμενο αιώνα αυτή ήταν η πιο συνηθισμένη μορφή για τα εν λόγω τρόφιμα – λευκό αλεύρι, λευκό ψωμί, λευκό ρύζι και τα λοιπά. Ωστόσο, ο εξευγενισμός του σπόρου αφαιρεί και σημαντικά διατροφικά συστατικά – ορισμένα θρεπτικά συστατικά και, ιδίως, τις τροφικές ίνες. Αυτό σημαίνει ότι τα αποφλοιωμένα αμυλούχα τρόφιμα έχουν την τάση να περιέχουν περισσότερες θερμίδες (ανά μονάδα βάρους), είναι ευκολότερο να καταναλωθούν γρήγορα ή σε μεγάλες ποσότητες, και μπορούν να αυξήσουν το επίπεδο σακχάρου του αίματος πολύ γρήγορα, χωρίς να παρέχουν αρκετά θρεπτικά συστατικά.
Οι τροφικές ίνες είναι ένας γενικός όρος που περιγράφει τα μέρη των τροφίμων φυτικής προέλευσης που δεν πέπτονται εξ ολοκλήρου στο λεπτό έντερο και φθάνουν μέχρι το παχύ έντερο, όπου ζυμώνονται από τα φυσιολογικά βακτήρια που βρίσκονται εκεί. Από τη ζύμωση παράγονται χρήσιμα θρεπτικά συστατικά και άλλα προϊόντα που συμβάλλουν στη διατήρηση της υγείας του εντέρου. Τα τρόφιμα ολικής άλεσης (καθώς και τα όσπρια και τα οπωρολαχανικά) είναι πλούσιες πηγές τροφικών ινών. Τα όσπρια, στα οποία συμπεριλαμβάνονται ο αρακάς, τα φασόλια, τα ρεβύθια και οι φακές, μπορούν να αξιοποιηθούν ευρέως σε πλήθος συνταγών και πιάτων.