Ο προσυμπτωματικός έλεγχος αποσκοπεί στην ανίχνευση του καρκίνου του παχέος εντέρου (ή καταστάσεων που μπορούν να οδηγήσουν σε καρκίνο του εντέρου) σε πρώιμο στάδιο, όταν υπάρχουν αρκετές πιθανότητες η θεραπεία να είναι επιτυχής. Υπάρχουν δύο προληπτικές εξετάσεις για την ανίχνευση καρκίνου του παχέος εντέρου:

  1. Η εξέταση ανίχνευσης αίματος στα κόπρανα – τεστ ανίχνευσης λανθάνουσας αιμορραγίας στα κόπρανα.
  2. Η εξέταση του εσωτερικού του εντέρου με εύκαμπτη σιγμοειδοσκόπηση ή κολονοσκόπηση.

Το τεστ ανίχνευσης λανθάνουσας αιμορραγίας στα κόπρανα (FOBT) είναι μια βιοχημική εξέταση που μπορεί να ανιχνεύσει ελάχιστες ποσότητες αίματος σε δείγματα κοπράνων. Οι ποσότητες είναι τόσο μικρές που δεν είναι ορατές με γυμνό μάτι («λανθάνουσα αιμορραγία» σημαίνει «μη εμφανής αιμορραγία»). Αυτή είναι η μέθοδος που χρησιμοποιείται συχνότερα για τον προσυμπτωματικό έλεγχο για καρκίνο του παχέος εντέρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Υπάρχουν δύο είδη εξετάσεων FOBT: η FOBT με δοκιμασία γουαϊακόλης και η FOBT με ανοσοχημική δοκιμασία (γνωστή και ως ανοσοχημικό τεστ κοπράνων, FIT). Αυτά τα δύο είδη εξέτασης διαφέρουν ως προς τον τρόπο συλλογής και ανάλυσης των δειγμάτων κοπράνων. Μπορείτε να κάνετε το τεστ FOBT γουαϊακόλης ή το τεστ FIT στο σπίτι σας. Χρησιμοποιώντας το τεστ ανίχνευσης, μπορείτε να συλλέξετε με απλό τρόπο μικρά δείγματα από τα κόπρανά σας. Η ανάλυση των δειγμάτων γίνεται σε εργαστήριο.

Η εύκαμπτη σιγμοειδοσκόπηση και η κολονοσκόπηση είναι ιατρικές διαδικασίες κατά τις οποίες χρησιμοποιείται ένας μακρύς, εύκαμπτος, λεπτός σωλήνας εξοπλισμένος με φως και με έναν μικροσκοπικό φακό στο ένα άκρο για την απεικόνιση του εντέρου. Ο σωλήνας εισάγεται μέσω του πρωκτού για την παροχή εικόνας από το εσωτερικό του εντέρου και μπορεί να αποκαλύψει αλλοιώσεις που προκαλούνται από καρκίνο ή άλλες παθήσεις, όπως οι πολύποδες. Οι πολύποδες είναι μη φυσιολογικά εξογκώματα στο εσωτερικό του εντέρου, τα οποία σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να εξελιχθούν σε καρκίνο του παχέος εντέρου, εάν δεν αφαιρεθούν. Σε περίπτωση που εντοπιστούν πολύποδες, οι περισσότεροι μπορούν να αφαιρεθούν ανώδυνα κατά τη διάρκεια της εξέτασης. Η κολονοσκόπηση επιτρέπει την εξέταση ολόκληρου του παχέος εντέρου. Η εύκαμπτη σιγμοειδοσκόπηση επιτρέπει την εξέταση μόνο του κατώτερου τμήματος του παχέος εντέρου, αλλά είναι ταχύτερη και μπορεί να πραγματοποιηθεί χωρίς αναισθησία και μόνο με ένα κλύσμα για την προετοιμασία του εντέρου (δηλ. την προετοιμασία που απαιτείται πριν από την πραγματοποίηση της εξέτασης). Δεδομένου ότι η σιγμοειδοσκόπηση και η κολονοσκόπηση είναι επεμβατικές διαδικασίες, ενδέχεται να έχουν σοβαρές επιπλοκές.

Εάν ο προσυμπτωματικός έλεγχος με FOBT γουαϊακόλης, FIT ή εύκαμπτη σιγμοειδοσκόπηση αποκαλύψει μη φυσιολογικά αποτελέσματα, θα παραπεμφθείτε για κολονοσκόπηση, ώστε να ελεγχθεί το εσωτερικό ολόκληρου του εντέρου για καρκίνο και πολύποδες.

Οι περισσότερες μελέτες για την επίδραση του προσυμπτωματικού ελέγχου στην πρόληψη του θανάτου λόγω καρκίνου του παχέος εντέρου έχουν διεξαχθεί με υγιή άτομα ηλικίας άνω των 45-50 ετών και κάτω των 70-75 ετών. Όλες οι συνιστώμενες μέθοδοι προσυμπτωματικού ελέγχου είναι αποτελεσματικές στη μείωση του κινδύνου θανάτου από καρκίνο του παχέος εντέρου. Στο πλαίσιο μελετών, ο έλεγχος με FOBT γουαϊακόλης ή FIT έχει μειώσει τον κίνδυνο θανάτου από καρκίνο του παχέος εντέρου κατά 20-30%. Ο έλεγχος με εύκαμπτη σιγμοειδοσκόπηση έχει μειώσει τον κίνδυνο περίπου κατά 50%. Ο έλεγχος με κολονοσκόπηση εκτιμάται ότι μειώνει τον κίνδυνο θανάτου από καρκίνο του παχέος εντέρου περίπου κατά 30-65%, ωστόσο αυτή η εκτίμηση βασίζεται σε περιορισμένα στοιχεία.

Ο κίνδυνος ανάπτυξης καρκίνου του παχέος εντέρου μειώθηκε περίπου κατά 30% στους συμμετέχοντες της μελέτης που υποβλήθηκαν σε εύκαμπτη σιγμοειδοσκόπηση. Δηλαδή, επιτεύχθηκε πρόληψη του καρκίνου του παχέος εντέρου σε 3 στα 10 άτομα που υποβλήθηκαν σε προσυμπτωματικό έλεγχο. Με την κολονοσκόπηση ο κίνδυνος μειώθηκε περίπου κατά 50-65%, ωστόσο αυτή η εκτίμηση βασίζεται σε περιορισμένα στοιχεία.